Γράφει η Αγγελική Τσαγκαράκη
«Όλα όσα μας ενοχλούν στους άλλους μπορούν να μας οδηγήσουν στην κατανόηση του εαυτού μας» Carl Jung
Η ψυχολογική έρευνα ευθυγραμμίζεται με αυτήν την ιδέα, ειδικά όταν πρόκειται για αυτό που ονομάζουμε κοινωνική κριτική. Ο τρόπος με τον οποίο αξιολογούμε και κρίνουμε τους άλλους δεν είναι απλώς η αξιολόγηση των αντικειμενικών χαρακτηριστικών τους, είναι και μία αντανάκλαση του «σημείου υπεροχής» μας, το οποίο διαμορφώνεται από τις εμπειρίες, τους στόχους και τις αξίες της ζωής μας, καθώς και τις κρυφές επιθυμίες και φόβους μας. Τα πράγματα που επικρίνουμε και επαινούμε περισσότερο στους γύρω μας, «λένε πολλά» για εμάς τους ίδιους, μερικές φορές με εκπληκτικό τρόπο.
Πιο συγκεκριμένα:
Η τάση να βλέπουμε τους ανθρώπους πολύ θετικά
Πιθανόν να έχουμε υψηλή αποδοχή και ανεκτικότητα, ένα χαρακτηριστικό προσωπικότητας που χαρακτηρίζεται από ζεστασιά και ενσυναίσθηση. Δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι οι ενσυναισθητικοί άνθρωποι είναι πιο πιθανό να δουν τους άλλους θετικά, εστιάζοντας στις καλές τους ιδιότητες και δίνοντάς τους ελαφρυντικά όταν συμπεριφέρονται άσχημα. Σύμφωνα με πρόσφατες έρευνες όμως, αμφισβητήθηκε η ιδέα ότι οι ενσυναισθητικοί άνθρωποι παρεμποδίζονται από την θετική τους άποψη στο να δουν καθαρά.
Στην πραγματικότητα, οι άνθρωποι αυτοί δεν έχουν πρόβλημα να αναγνωρίσουν μία επιβλαβή ή άσχημη συμπεριφορά, ειδικά όταν αυτή συνεπάγεται «παραβάσεις» όπως ο εγωισμός ή η ψυχρότητα. Είναι όμως λιγότερο πιθανό να το δείξουν. Η προσπάθεια να δεις το καλό στους ανθρώπους είναι μια διαδικασία με πολλά οφέλη. Είναι πιθανώς ένας λόγος για τον οποίο, οι ενσυναισθητικοί άνθρωποι τείνουν να είναι πιο ευτυχισμένοι στις σχέσεις τους και πιο ικανοποιημένοι με τη ζωή. Αυτό δεν σημαίνει ότι η συγκεκριμένη οπτική δεν έχει και μειονεκτήματα για το άτομο, όπως για παράδειγμα, την απροθυμία να εκφράσει ανησυχίες για την προβληματική συμπεριφορά από φόβο μήπως βλάψει κάποιον ή άγχος που προκύπτει από την έκφραση των αρνητικών συναισθημάτων.
Εάν ταυτιζόμαστε με αυτήν την κατάσταση, αξίζει να λάβουμε υπόψιν ότι η πραγματική καλοσύνη απαιτεί μερικές φορές να συμπεριφερόμαστε με τρόπους που δεν μας καθιστούν μόνο φαινομενικά ευγενικούς, αλλά που τελικά είναι βοηθητικοί για τους άλλους, ακόμα και αν μοιάζουν περισσότερο σκληροί.
Η μη ανοχή στους ναρκισσιστές
Είναι λιγότερο πιθανό να είμαστε και εμείς ναρκισσιστές. Αλλά αν οι ναρκισσιστές δεν μας ενοχλούν πραγματικά, είναι πιο πιθανό να έχουμε ναρκισσιστικά χαρακτηριστικά.
Σε μία μελέτη, οι συμμετέχοντες που σημείωσαν υψηλότερη βαθμολογία στο Narcissistic Personality Inventory ήταν λιγότερο επικριτικοί από εκείνους με χαμηλό σκορ, στα προφίλ ατόμων στα Social Media όπου εμφάνιζαν ναρκισσιστικές τάσεις, όπως συχνές ενημερώσεις κατάστασης και δημοσιεύσεις όπως: «με αγαπώ όλο και περισσότερο» και «αν διοικούσα εγώ, πράγματα θα πήγαιναν πολύ πιο ομαλά». Αντ’αυτού, οι ναρκισσιστές συμμετέχοντες ήταν πιο επικριτικοί για τα προφίλ που εμφάνιζαν σεμνότητα και ταπεινότητα, που χαρακτηρίζονταν από λιγότερο συχνές ενημερώσεις κατάστασης και δημοσιεύσεις και που εξέφραζαν αμφιβολίες για τον εαυτό τους.
Μια ερμηνεία αυτών των ευρημάτων προκύπτει από μία έρευνα που υποδηλώνει ότι, τείνουμε να συμπαθούμε τους ανθρώπους που μοιάζουν με εμάς. Οι ναρκισσιστές, που φαίνεται να έχουν κάποια επίγνωση του δικού τους ναρκισσισμού, μπορεί να θεωρούν τους άλλους ναρκισσιστές ως «συγγενή πνεύματα», ή μπορεί να σέβονται την κυρίαρχη προσωπικότητά τους. Ωστόσο, εάν ο «συνάδελφος» ναρκισσιστής αντιπροσωπεύει μια απειλή ή πηγή ανταγωνισμού, αυτό μπορεί να είναι μια διαφορετική ιστορία.
Εάν κρίνουμε την προσωπικότητα κάποιου με βάση μία μεμονωμένη συμπεριφορά
Είναι πιο πιθανό να έχουμε ένα πιο ανεξάρτητο μοντέλο θεώρησης του εαυτού μας και της ζωής, το οποίο δίνει έμφαση στην αυτονομία και τα εσωτερικά κίνητρα. Αντίθετα, οι άνθρωποι που δεν συνδέουν τόσο έντονα την συμπεριφορά με την προσωπικότητα είναι πιο πιθανό να έχουν ένα αλληλεξαρτώμενο μοντέλο του εαυτού τους, το οποίο δίνει έμφαση στους κοινωνικούς ρόλους και το πλαίσιο.
Σε μία μελέτη που κατέδειξε αυτή τη διάκριση, οι συμμετέχοντες έδειξαν μια σειρά προσώπων και συναφών συμπεριφορών (π.χ. αυτό το άτομο ελέγχει τον συναγερμό πυρκαγιάς κάθε βράδυ). Οι συμμετέχοντες που ταξινομήθηκαν ως άτομα με «ανεξάρτητο μοντέλο του εαυτού τους» συσχέτισαν ταχύτερα λέξεις που σχετίζονται με χαρακτηριστικά (π.χ. «προσεκτικοί» ή «νευρωτικοί») με τα αντίστοιχα πρόσωπα, σε σύγκριση με εκείνα της αλληλεξαρτώμενης ομάδας. Η υπόθεση ήταν ότι η ανεξάρτητη ομάδα ήταν πιθανότερο να εντοπίσει περιορισμούς κατά την ερμηνεία της συμπεριφοράς – για παράδειγμα, ίσως το άτομο που έλεγχε τον συναγερμό κάθε βράδυ το έκανε λόγω αυξημένου κινδύνου πυρκαγιών στην περιοχή, όχι λόγω χαρακτηριστικού της προσωπικότητας από μόνο του.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι το «ανεξάρτητο μοντέλο του εαυτού» είναι πιο συνηθισμένο στους δυτικούς πολιτισμούς και το «αλληλοεξαρτώμενο μοντέλο» είναι πιο συνηθισμένο στους ανατολικούς πολιτισμούς. Υπάρχει επίσης διακύμανση στους πολιτισμούς που σχετίζονται με παράγοντες όπως η κοινωνική τάξη, η γεωγραφική περιοχή και η θρησκεία, καθώς και η διαφοροποίηση μεταξύ των ατόμων. Επιπλέον, πολλοί άνθρωποι βρίσκονται κάπου στη μέση, βλέποντας τη συμπεριφορά να επηρεάζεται τόσο από χαρακτηριστικά όσο και από καταστάσεις. Δεν σημαίνει ότι η μία οπτική είναι πιο έγκυρη από την άλλη, αλλά όταν τείνουμε να κλίνουμε προς τη μία κατεύθυνση, πιθανότατα θα χάσουμε περιπτώσεις όπου τα πράγματα κλίνουν στην άλλη.
Αν αντιπαθούμε κάποιον χωρίς ιδιαίτερο λόγο
Θα μπορούσε να συμβαίνει επειδή αισθανόμαστε φθόνο ή απειλούμαστε από την επιτυχία του. Υπάρχουν πολλοί λόγοι για τους οποίους μπορεί να μην είμαστε «θαυμαστές» κάποιου, αλλά όταν το επίπεδο της περιφρόνησης φαίνεται δυσανάλογο με την πιθανή προσβλητική συμπεριφορά, αυτό μας δείχνει ότι μπορεί να συμβαίνει κάτι περισσότερο.
Αν και μπορεί να μην θέλουμε να το παραδεχτούμε στον εαυτό μας, αυτά τα συναισθήματα θα μπορούσαν να προέρχονται από τη δυσαρέσκεια για τα επιτεύγματα του άλλου ατόμου ή την καλή του τύχη. Για παράδειγμα, εάν ο συνεργάτης μας κερδίσει ένα βραβείο που θα επιθυμούσαμε κι εμείς, μπορεί να διαπιστώσουμε ότι ξαφνικά γνωρίζουμε περισσότερο – και ενοχλούμαστε – από τις αρνητικές του ιδιότητες του συνεργάτη. Σύμφωνα με το μοντέλο της αυτοαξιολόγησης, οι άνθρωποι συχνά αισθανόμαστε ότι απειλούμαστε από την επιτυχία των κοντινών άλλων και μερικές φορές αποστασιοποιούμαστε από αυτό το άτομο ή προσπαθούμε να το απογοητεύσουμε – αν όχι κυριολεκτικά, τότε τουλάχιστον στο μυαλό μας.
Αλλά δεν είναι μόνο οι κοντινοί μας άνθρωποι που η επιτυχία τους μπορεί να είναι απειλητική. Οι διασημότητες για παράδειγμα είναι συχνά στόχος ανεξήγητης εχθρότητας. Επιπλέον, οι μελέτες δείχνουν ότι οι άνθρωποι είναι πιο πιθανό να αξιολογήσουν αρνητικά τα επιτυχημένα άτομα όταν τα ίδια έχουν ανασφάλεια και έλλειψη της δικής τους αυτοεκτίμηση. Έτσι μέσα απλό την πράξη της αρνητικής κριτικής λανθασμένα νομίζουν ότι μπορούν με αυτό τον τρόπο να αυξήσουν προσωρινά την αυτοεκτίμηση.
Εάν ασκούμε κριτική σε κάποιον με διαφορετικό τρόπο ζωής από τον δικό μας. Αυτό μπορεί να υποδηλώνει ότι έχουμε αμφιβολίες για τον δικό μας τρόπο ζωής.
Όλοι θέλουμε να νιώθουμε καλά για το που βρισκόμαστε στη ζωή. Έτσι, όταν βλέπουμε κάποιον να ευδοκιμεί σε διαφορετική κατάσταση και συνθήκη, μπορεί να μας δημιουργηθεί ένα άβολο αίσθημα γνωστικής ασυμφωνίας. Ένας τρόπος με τον οποίο το μυαλό μας αντιμετωπίζει αυτό το συναίσθημα, είναι μέσω μιας διαδικασίας που ονομάζεται κανονιστική εξιδανίκευση, η οποία περιλαμβάνει την εκτίμηση της κατάστασής μας ως την ιδανική για όλους τους ανθρώπους και την επίκριση αυτών που δεν συμμορφώνονται με αυτήν.
Σύμφωνα με έρευνες, οι άνθρωποι τείνουν να εξιδανικεύουν τη δική τους κατάσταση σχέσης, ιδιαίτερα όταν θεωρούν ότι η κατάσταση αυτή έχει διάρκεια (π.χ. μια μακροχρόνια σχέση). Για παράδειγμα, οι συμμετέχοντες της έρευνας οι οποίοι ήταν δεσμευμένοι σε μακροχρόνιες σχέσεις, ήταν πιο πιθανό να συμφωνήσουν ότι τα δεσμευμένα άτομα είναι «πιο πολύτιμα μέλη της κοινωνίας» και «γενικά έχουν πιο ουσιαστική, ικανοποιητική ζωή».
Οι ερευνητές διαπίστωσαν επίσης, ότι η εξιδανίκευση των κανονισμών μπορεί να επηρεάσει τη συμπεριφορά. Όταν στους δεσμευμένους συμμετέχοντες ανατέθηκε τυχαία να διαβάσουν μια περιγραφή ενός υποθετικού υποψήφιου δημάρχου που στη μία περίπτωση ήταν άγαμος και στην άλλη έγγαμος (οι δύο περιγραφές ήταν πανομοιότυπες και περιλάμβαναν και τα δυνατά και τα αδύνατα σημεία των υποθετικών υποψηφίων με μόνη διαφορά την οικογενειακή κατάσταση του υποψηφίου), οι συμμετέχοντες ήταν πολύ πιο πιθανό να ψηφίσουν τον υποψήφιο ο οποίος ήταν δεσμευμένος.
Οι single συμμετέχοντες έδειξαν επίσης στοιχεία κανονιστικής εξιδανίκευσης σε ορισμένες μελέτες, αλλά οι ερευνητές σημείωσαν ότι επειδή το να είσαι δεσμευμένος εξιδανικεύεται σε πολιτιστικό επίπεδο, οι μη δεσμευμένοι είναι πιθανότερο να έρθουν αντιμέτωποι με τέτοιου είδους διακρίσεις.
Εκτός από την κατάσταση των σχέσεων, η γνωστική ασυμφωνία μπορεί να επηρεάσει την κοινωνική κρίση για πολλές διαφορετικές συνθήκες ζωής, συμπεριλαμβανομένης της γονικής κατάστασης, των επαγγελματικών αποφάσεων, των διατροφικών επιλογών κλπ.
Δεν υπάρχει τίποτα κακό στο να απολαμβάνουμε την ζωή και τις επιλογές μας, αλλά όταν αυτό μετατρέπεται σε περιφρόνηση των άλλων, υποδηλώνει ότι δεν είμαστε απόλυτα ειλικρινείς με τον εαυτό μας κατά κάποιο τρόπο. Συχνά προσπαθούμε να αντισταθμίσουμε την κατάσταση αυτή, όμως θα μπορούσαμε να επωφεληθούμε από το να αποδεχθούμε την πραγματικότητα, το ότι δηλαδή όλες οι επιλογές έχουν θετικά και αρνητικά, και ότι οι άνθρωποι διαφέρουν ως προς τι τους ταιριάζει καλύτερα και τι επιθυμούν. Συνήθως η υπερβολική εξιδανίκευση της κατάστασής μας, υποδηλώνει την ύπαρξη σοβαρών αμφιβολιών που αξίζουν μεγαλύτερης προσοχής, όπως αυτές που μπορεί να προκύψουν όταν κάποιος αισθάνεται εγκλωβισμένος σε μια τοξική σχέση.
Αυτοί είναι ορισμένοι μόνο από τους πολλούς τρόπους με τους οποίους οι κοινωνικές επικρίσεις διαμορφώνονται από ατομικά, προσωπικά χαρακτηριστικά. Η κατανόηση αυτών των συσχετισμών μπορεί όχι μόνο να μας δώσει μεγαλύτερη αυτογνωσία, αλλά και να μας βοηθήσει να εντοπίσουμε στερεότυπα και πιθανές προκαταλήψεις που έχουμε ώστε να τις διορθώσουμε. Χρειάζεται λοιπόν να δώσουμε στους ανθρώπους το δικαίωμα να αμφιβάλλουν, αλλά επίσης, στην περίπτωση που τείνουμε αποδεχόμαστε άνευ όρων τους άλλους να δώσουμε και στον εαυτό μας το δικαίωμα της αμφιβολίας και περαιτέρω σκέψεων, ιδίως όταν έχουμε σοβαρές ενδείξεις.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου