Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Ο Β΄ Βαλκανικός Πόλεμος και οι μεγάλες νίκες της Ελλάδας που άλλαξαν την ιστορία…


Χαρακτηρίσθηκε από την ταχύτητα διεξαγωγής του και τη σκληρότητα των μαχών του.

Ο Β' Βαλκανικός Πόλεμος εξελίχτηκε από 16 Ιουνίου ως 18 Ιουλίου 1913, και ξέσπασε σχεδόν αμέσως μετά τη λήξη του Α' Βαλκανικού Πολέμου. Ο πόλεμος διεξήχθη ανάμεσα στην Βουλγαρία και τις υπόλοιπες χώρες του βαλκανικού συνασπισμού (με τις οποίες είχε συμμαχήσει κατά τον Α' Βαλκανικό Πόλεμο) τη Σερβία και την Ελλάδα. Επίσης κατά της Βουλγαρίας στράφηκαν η Ρουμανία και η Οθωμανική Αυτοκρατορία.

Η διαφορά με τον πρώτο πόλεμο ήταν ότι τώρα η Βουλγαρία πολέμησε τους πρώην συμμάχους της, προκειμένου να πετύχει ευνοϊκότερη διανομή των ευρωπαϊκών εδαφών που αποσπάστηκαν από την Οθωμανική Αυτοκρατορία στον προηγούμενο πόλεμο.

Ο Β' Βαλκανικός Πόλεμος τελείωσε με επικράτηση της Σερβίας και της Ελλάδας, οι οποίες πέτυχαν σημαντικές νίκες στην ευρύτερη περιοχή της Μακεδονίας και των κεντρικών Βαλκανίων. Με την βουλγαρική ήττα αποκρούστηκαν και οι όποιες βλέψεις για τη δημιουργία μιας μεγάλης Βουλγαρίας. Η Ρουμανία απέσπασε την πρώην βουλγαρική Δοβρουτσά, ενώ η Οθωμανική Αυτοκρατορία ανακατέλαβε την περιοχή της Αδριανούπολης. Λίγους μήνες μετά τη λήξη του Β' Βαλκανικού Πολέμου ακολούθησε ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος που θα έβαζε και πάλι τα βαλκανικά κράτη σε πολεμικές περιπέτειες.

Ο Β' Βαλκανικός Πόλεμος χαρακτηρίσθηκε από την ταχύτητα διεξαγωγής του και τη σκληρότητα των μαχών του.

Προτού λήξει ακόμη ο Α' Βαλκανικός Πόλεμος ήταν εμφανή τα σημάδια της επερχόμενης ρήξης μεταξύ των συμμάχων για τη διανομή των απελευθερωμένων εδαφών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η Βουλγαρία πίστευε ότι ήταν «ριγμένη» στη μοιρασιά έναντι των συμμάχων της Ελλάδας και Σερβίας και υποδαύλιζε διάφορα επεισόδια -συχνά αιματηρά- εναντίον Σέρβων και Ελλήνων στη Μακεδονία. Σε σχέση με τη χώρα μας αμφισβητούσε ανοιχτά την κατοχή της Θεσσαλονίκης και της νοτιοανατολικής Μακεδονίας. Κάθε πρόταση φιλικής διευθέτησης των διαφορών τους με τη Βουλγαρία, η Ελλάδα και η Σερβία συναντούσαν την αδιαλλαξία της, την οποία υπέθαλπε για τους δικούς της λόγους η Αυστροουγγαρία.

Για να αντιμετωπίσουν της διαφαινόμενη βουλγαρική απειλή, η Ελλάδα και η Σερβία υπέγραψαν στις 19 Μαΐου 1913 στη Θεσσαλονίκη, συνθήκη ειρήνης, φιλίας και αμοιβαίας προστασίας. Το κείμενο της συνθήκης έφερε τις υπογραφές του πρεσβευτή της Ελλάδας στο Βελιγράδι Ιωάννη Αλεξανδρόπουλου και του πρεσβευτή της Σερβίας στην Αθήνα, Ματία Μπόσκοβιτς. Μετά τη συνθήκη αυτή, που συνοδευόταν από στρατιωτική σύμβαση «προς προετοιμασίαν και εξασφάλισιν των στρατιωτικών μέτρων αμύνης», Ελλάδα και Σερβία βρίσκονταν σε ακήρυκτο πόλεμο με τη Βουλγαρία. Οι προσπάθειες του τσάρου της Ρωσίας Νικόλαου Β' να βρει σημεία προσέγγισης ανάμεσα στη Βουλγαρία και τη Σερβία απέτυχαν, ενώ ο Έλληνας πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος αναζητούσε τρόπους για ειρηνική διευθέτηση, προκειμένου να αποτρέψει την εχθρότητα της Ρωσίας και της Αυστροουγγαρίας προς τις δύο χώρες (Ελλάδα και Σερβία), που θα απέβαινε υπέρ της Βουλγαρίας.

Στις 14 Ιουνίου, στην Βουλγαρία σχηματίστηκε νέα κυβέρνηση υπό τον Στόγιαν Ντάνεφ. Αν και ρωσόφιλος, στις νέες συγκυρίες της εποχής εκείνης υποχώρησε στις πιέσεις φιλοπόλεμων στρατιωτικών κύκλων. Στις 15 Ιουνίου ο υπουργός εξωτερικών της Ρωσίας κάλεσε τους πρωθυπουργούς των χριστιανικών βαλκανικών κρατών σε διάσκεψη στην Πετρούπολη, υπό την διαιτησία του Τσάρου για την εξομάλυνση των διαφορών. Η βουλγαρική πλευρά έθεσε υπερβολικούς όρους στις συνομιλίες, ταυτόχρονα η ρουμανική πλευρά δήλωνε ότι σε περίπτωση που διασπαστεί οριστικά η βαλκανική συμμαχία θα εισέλθει στον πόλεμο για να εξασφαλίσει τα συμφέροντά της στα διαφιλονικούμενα εδάφη με την Βουλγαρία. Οι βιαιότητες των Βουλγάρων κατά των ελληνικών πληθυσμών και οι συγκεντρώσεις βουλγαρικών στρατευμάτων σε ευαίσθητα σημεία της Μακεδονίας, προκάλεσαν την αντίδραση της Ελλάδας, η οποία δια του πρεσβευτή της στη Σόφια επέδωσε διακοίνωση προς τη βουλγαρική κυβέρνηση στις 12 Ιουνίου 1913. Η βουλγαρική κυβέρνηση όχι μόνο απέρριψε τη διακοίνωση, αλλά το απόγευμα της 16ης Ιουνίου διέταξε τα στρατεύματά της να επιτεθούν κατά των ελληνικών αποσπασμάτων στη Νιγρίτα και το Παγγαίο Όρος και των σερβικών δυνάμεων στο Ιστίπ (σημερινό Στιπ της ΠΓΔΜ). Την επομένη, οι Βούλγαροι κατέλαβαν από τους Σέρβους τη Γευγελή (Γκεβγκλίγια της ΠΓΔΜ) στην κοιλάδα του Αξιού, με σκοπό να αποκόψουν την επαφή σερβικών και ελληνικών στρατευμάτων.

Η βουλγαρική πολιτική στην ουσία καθοριζόταν περισσότερο από το υπουργείο πολέμου και τους στρατιωτικούς κύκλους και όχι τόσο από τον ίδιο τον πρωθυπουργό της. Έτσι, στις 21 Ιουνίου, ο στρατηγός Μιχαήλ Σαβόφ, επικαλούμενος την εξάντληση του στρατού του, επέδωσε τελεσίγραφο στον Βούλγαρο πρωθυπουργό να αποσαφηνίσει άμεσα τη θέση του: πόλεμος ή αποστράτευση. Ο βασιλιάς της Βουλγαρίας Φερδινάνδος, τασσόμενος με τις πληροφορίες του Σαβόφ συνηγόρησε υπέρ της στρατιωτικής λύσης. Έτσι ήταν όλα έτοιμα για την επικείμενη σύγκρουση.

Η συνολική δύναμη του βουλγαρικού στρατού ξεπερνούσε τις 576,878 με 1,116 πυροβόλα. Συνεπώς, ο βουλγαρικός στρατός υπερείχε συντριπτικά της αντίπαλης συμμαχίας Ελλήνων και Σέρβων τόσο σε άνδρες όσο και σε πυροβολικό. Η υπεροχή αυτή σε συνδυασμό με το βουλγαρικό μεγαλοϊδεατισμό που είχε δημιουργήσει η παλαιότερη, κατά 35 χρόνια, συνθήκη του Αγίου Στεφάνου ήταν αυτές που οδήγησαν τη Βουλγαρία στη τυχοδιωκτική απόφαση να στρέψει τα όπλα της κατά των συμμάχων της, σ΄ έναν ακήρυχτο μεν, αλλά και αιφνίδιο πόλεμο.

Μετά τη βουλγαρική επίθεση, ο Βενιζέλος ζήτησε από τον αρχιστράτηγο βασιλιά Κωνσταντίνο να αναληφθεί γενική αντεπίθεση, με πρώτο μέτρο την εκκαθάριση της Θεσσαλονίκης από τις στρατωνιζόμενες εκεί βουλγαρικές μονάδες, που ανέρχονταν σε 1.500 άνδρες. Οι Βούλγαροι αρνήθηκαν να αποσυρθούν και τότε ανέλαβε δράση η ΙΙ Μεραρχία Πεζικού υπό τον υποστράτηγο Καλάρη, η οποία ύστερα από ολονύκτια συμπλοκή του. Η επιχείρηση εκκαθάρισης της Θεσσαλονίκης στοίχισε στις ελληνικές δυνάμεις 18 νεκρούς και 17 τραυματίες, ενώ οι απώλειες των Βουλγάρων ανήλθαν σε 60 νεκρούς, 17 τραυματίες και 1.360 αιχμαλώτους.

Ο κύριος στόχος του ελληνικού στρατηγείου ήταν η διάσπαση της οχυράς βουλγαρικής γραμμής Κιλκίς - Λαχανά - Δοϊράνης, που εάν επιτυγχάνετο θα σήμαινε την οριστική απελευθέρωση της Μακεδονίας. Ο ελληνικός στρατός προήλασε ταχύτατα και κατατρόπωσε του Βουλγάρους στις μάχες Καλινόβου - Κιλκίς - Λαχανά(19 - 21 Ιουνίου 1913). Στις 20 Ιουνίου η Χ Μεραρχία κατέλαβε τη Γευγελή, η οποία άλλαξε χέρια για τρίτη φορά μέσα σ’ ένα χρόνο. Η καθοριστική ήττα των Βουλγάρων στο Κιλκίς προκάλεσε την αντικατάσταση του στρατηγού Σάβοφ με τον στρατηγό Ράτκο Ντιμιτρίεφ.

Οι Βούλγαροι έχοντας απολέσει την πρωτοβουλία των κινήσεων, υποχώρησαν προς τη Στρώμνιτσα (σημερινή Στρούμιτσα της ΠΓΔΜ) και τις Σέρρες, διαπράττοντας φοβερά εγκλήματα κατά των ελληνικών πληθυσμών. Η Νιγρίτα, οι Σέρρες και το Δοξάτο ήταν οι πόλεις που έζησαν την εκδικητική μανία των Βουλγάρων και έπαθαν τις μεγαλύτερες καταστροφές. Οι Έλληνες συνέχισαν την καταδίωξη των Βουλγάρων και μετά τις μάχες της Δοϊράνης (22 - 23 Ιουνίου), της Στρώμνιτσας (26 Ιουνίου) και του Ντεμίρ Χισάρ (σημερινό Σιδηρόκαστρο, 27 Ιουνίου), κατέλαβαν τις Σέρρες (28 Ιουνίου) και τη Δράμα (1 Ιουλίου).

Η προέλαση του ελληνικού στρατού επιβραδύνθηκε στα στενά της Κρέσνας (7 - 10 Ιουλίου). Η μάχη υπήρξε φονικότατη και έληξε με νίκη των Ελλήνων. Ο ελληνικός στρατός βρισκόταν τώρα επί βουλγαρικού εδάφους. Μία άλλη αιματηρή μάχη δόθηκε στην Άνω Τζουμαγιά (σημερινό Μπλαγκόεφγκραντ), η οποία έληξε στις 18 Ιουλίου, την ημέρα της ανακωχής και της λήξης των πολεμικών επιχειρήσεων. Στη μάχη της Τζουμαγιάς έχασε τη ζωή του ο ταγματάρχης Βελισσαρίου, ένας από τους ήρωες των Βαλκανικών Πολέμων.

Η VIII Μεραρχία προήλασε στη Θράκη και κατέλαβε προσωρινά την Ξάνθη (13 Ιουλίου) και την Γκιουμουλτζίνα (σημερινή Κομοτηνή, 16 Ιουλίου). Μεγάλη συμμετοχή στον Β' Βαλκανικό Πόλεμο είχε και το ελληνικό ναυτικό, που κατέλαβε την Καβάλα (27 Ιουνίου) και προσωρινά το Ντεντέαγατς (σημερινή Αλεξανδρούπολη, 12 Ιουλίου). Αντίθετα, η νεοσύστατη ελληνική αεροπορία είχε μηδενική δράση, καθώς τα περισσότερα αεροπλάνα ήταν καθηλωμένα στο έδαφος, λόγω βλαβών, τις οποίες είχαν υποστεί κατά τη διάρκεια του Α' Βαλκανικού Πολέμου.

Από την πλευρά του, ο σερβικός στρατός αντιμετώπισε τους Βουλγάρους σε σειρά μαχών, με κυριότερη αυτή της Μπρεγκαλνίτσα (17 - 26 Ιουνίου) και τους απώθησε προς Ανατολάς στα παλαιά τους σύνορα. Στις 27 Ιουνίου 1913 μπήκε στο χορό και η Ρουμανία, η οποία κατέλαβε χωρίς αντίσταση τη Νότια Δοβρουτσά. Δύο ημέρες αργότερα, η Τουρκία εκμεταλλευόμενη τη δεινή θέση της Βουλγαρίας τής κηρύσσει τον πόλεμο και ανακαταλαμβάνει την Αδριανούπολη στις 9 Ιουλίου 1913.

Στις 18 Ιουλίου 1913, την ημέρα που ο βασιλιάς της Βουλγαρίας Φερδινάνδος ζήτησε και πέτυχε ανακωχή των πολεμικών επιχειρήσεων με την παρέμβαση των Μεγάλων Δυνάμεων, τα ελληνικά στρατεύματα βρίσκονταν βαθιά μέσα στο βουλγαρικό έδαφος, σε απόσταση 20 χιλιομέτρων σε ευθεία γραμμή από τη Σόφια, ενώ ο ρουμανικός στρατός απείχε 40 χιλιόμετρα από τη βουλγαρική πρωτεύουσα. Ο βασιλιάς Κωνσταντίνος επέμενε στη συνέχιση του πολέμου μέχρι την κατάληψη της Σόφιας, αλλά τελικά, λόγω της σερβικής αδράνειας και της κοπώσεως του στρατού, πείστηκε στην αποδοχή της ανακωχής από τον πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενιζέλο.

Η συνέχεια ανήκει στη διπλωματία. Η Ρωσία και η Αυστροουγγαρία τάχθηκαν με το πλευρό της Βουλγαρίας, Γαλλία και Γερμανία υποστήριξαν τις ελληνικές θέσεις, που συνοψίζονταν στην επέκταση των ελληνικών συνόρων στη γραμμή Μάκρης - Πέρελικ, λίγα χιλιόμετρα δυτικά της Αλεξανδρούπολης. Αγγλία και Ιταλία κράτησαν επιφυλακτική στάση. Στις 28 Ιουλίου 1913 υπογράφτηκε τελικά από τους εμπολέμους (Ελλάδα, Ρουμανία, Σερβία και Μαυροβούνιο από τη μία πλευρά και Βουλγαρία από την άλλη) η συνθήκη του Βουκουρεστίου, με την οποία έληξε και τυπικά ο Β' Βαλκανικός Πόλεμος και η οποία προέβλεπε:

Τα ελληνοβουλγαρικά σύνορα καθορίζονται από τα σερβοβουλγαρικά στο όρος Μπέλες ως τις εκβολές του ποταμού Νέστου.

Η Βουλγαρία διατηρεί το Μελένικο και το Νευροκόπι στη Β.Α. Μακεδονία και τη Δυτική Θράκη μέχρι το λιμάνι του Ντεντέαγατς. Έτσι, ένα προαιώνιο όνειρο των Βουλγάρων για έξοδο στο Αιγαίο έγινε πραγματικότητα, έστω για μικρό χρονικό διάστημα.

Η Ρουμανία λαμβάνει το τετράγωνο Σιλιστρίας - Τουτουκάιας - Μπαλτσίκ.

Τα σερβοβουλγαρικά σύνορα καθορίζονται στη γραμμή του Άνω Αξιού.

Τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους, με χωριστή συνθήκη, η Οθωμανική Αυτοκρατορία ανακατέλαβε την Ανατολική Θράκη, μετά των 40 Εκκλησιών και της Αδριανούπολης.

Η χώρα μας πλήρωσε βαρύ φόρο αίματος στον Β' Βαλκανικό Πόλεμο, με 5.851 νεκρούς, 23.847 τραυματίες και 188 αγνοουμένους. Συνολικά, οι Βουλγαρικές απώλειες έφθασαν τους 65.927 άνδρες (νεκρούς ή τραυματίες) και οι συμμαχικές, συμπεριλαμβανομένων Οθωμανών και Ρουμάνων τις περίπου 91.000 άνδρες. Ένα χρόνο μετά τη λήξη του Β' Βαλκανικού Πολέμου, ακολούθησε ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος, που θα έβαζε και πάλι σε πολεμικές περιπέτειες τα βαλκανικά κράτη.


πηγή: www.cretalive.gr

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Θετικές Σχέσεις: Η μυστική δύναμη της ευτυχίας

Το Wellness Cafe του Εκπαιδευτικού Ομίλου New York College σας προσκαλεί σε Διαδικτυακό Σεμινάριο με θέμα: «Θετικές Σχέσεις: Η μυστική δύναμη της ευτυχίας» την Πέμπτη, 24 Ιουνίου, 18.00-20.00 Λίγα λόγια για το θέμα του σεμιναρίου : «Με κούρασε το παιδί μου….», «Δεν αντέχω τον άντρα μου….», «Η μαμά μου έχει ξεφύγει…», « Ευτυχώς που υπάρχουν και τα κορίτσια …», « Χωρίς εσένα δεν ξέρω τί θα έκανα…» Αυτά είναι λόγια που ακούμε όλο και πιο συχνά μέσα σε αυτή την περίοδο της πανδημίας και του εγκλεισμού. Σχέσεις που κρατάνε, που μας κρατάνε, σχέσεις θετικές που στηρίζουν, όμως και σχέσεις που δεν αντέχουν, κλονίζονται και απογοητεύουν. Αυτή την περίοδο οι σχέσεις δοκιμάζονται και οι θετικές σχέσεις αποτελούν άγκυρες ασφάλειας και ηρεμίας, χωρίς τις οποίες η περίοδος του εγκλεισμού θα ήταν αφόρητη. Μέσα σε αυτή τη δύσκολη περίοδο συχνά χάνουμε τις σταθερές μας και είναι δύσκολο να ξεδιαλύνουμε ποια σχέση είναι θετική και ποια όχι, ποια σχέση μας παρέχει ασφάλεια και αποδοχή και ποια μας περι...

1o MOΥΣΙΚΟ FESTIVAL ΜΙΛΑΤΟΥ

ΤΑ ΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΑ, MAYO CAFE BAR & I LOVE MY NOVO, ΠΑΡΟΥΣΙΑΖΟΥΝ ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΜΟΥΣΙΚΟ FESTIVAL ΣΤΗΝ ΟΔΟ ΜΙΛΑΤΟΥ!

Μιλώντας στα παιδιά για τον πόλεμο

Οι διεθνείς πόλεμοι και οι συγκρούσεις ενισχύουν την αίσθηση κινδύνου και μπορεί να προκαλέσουν έναν καταρράκτη συναισθηματικών αντιδράσεων (π.χ. οργή, φόβος, άγχος, λύπη). Όταν οι ειδήσεις αναφορικά με τις ανθρώπινες τραγωδίες (πολέμους, φυσικές καταστροφές, κοκ) κατακλύζουν τις οθόνες μας και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, οι εικόνες οδύνης και απόγνωσης αναπόφευκτα μεταδίδονται και στα παιδιά. Δυστυχώς όμως, αυτές τις μέρες παρακολουθούμε σχεδόν συνεχώς , τέτοια τραυματικά γεγονότα να εκτυλίσσονται ανά τον κόσμο, βρίσκοντας κι ανοίγοντας πάντα ένα νέο παράθυρο και στην καθημερινότητά μας. Αυτές οι σκηνές βίας στην πραγματική ζωή μπορούν να λειτουργήσουν ως ένα πλήγμα στην ψυχοσυναισθηματική ευημερία όχι μόνο του ενήλικα, αλλά και του παιδιού, καθώς η μετάδοση βίας και η θέαση ανησυχητικών γεγονότων δύναται να προκαλέσουν δευτερογενές τραυματικό στρες. Ως εκ τούτου τα παιδιά όλων των ηλικιών θα στραφούν σε έμπιστους ενήλικες για βοήθεια και καθοδήγηση. Οι γονείς λοιπόν και οι φροντιστ...

Ακτοπλοϊκά εισιτήρια: Γιατί δεν πέφτουν οι τιμές τους

Η τιμή των καυσίμων, τα αυξημένα μισθολογικά κόστη, οι ανατιμήσεις στα κόστη επισκευής, και στις τιμές των ανταλλακτικών και τα αυξημένα ασφάλιστρα αποτελούν τροχοπέδη που εμποδίζουν μια μείωση της τιμών των ακτοπλοϊκών εισιτηρίων στην παρούσα φάση σύμφωνα με κύκλους του κλάδου. Μπορεί οι τιμές των ναυτιλιακών καυσίμων να έχουν υποχωρήσει από τα ιστορικά υψηλά του Ιουνίου του 2022, ωστόσο οι «πληγές» που άφησαν στον κλάδο είναι βαθιές και δεν επιτρέπουν μια αναπροσαρμογή των τιμών των εισιτηρίων τώρα, ενώ από την άλλη πλευρά είναι αναγκαία και μια αποθεματοποίηση ενόψει της ανάγκης χρηματοδότησης της «πράσινης» μετάβαση της ακτοπλοΐας. Επιβραδυντικά στη λήψη αποφάσεων από τις ακτοπλοϊκές που θα οδηγούσαν σε μια μείωση των τιμών των εισιτηρίων λειτουργεί και η πρόσφατη απόφαση της Helleniq Energy (ΕΛΠΕ) να αλλάξει τη βάση υπολογισμού της τιμής των ναυτιλιακών καυσίμων με αποτέλεσμα όπως υποστηρίζουν οι ακτοπλόοι να επιβαρυνθεί η τιμή τους κατά 100 δολ. τον τόνο. Τα ΕΛΠΕ σημειώνουν στα Ν...

Ρεκόρ Γκίνες για τη σέρφερ Ενέβερ: Κατέκτησε το μεγαλύτερο κύμα που έχει «τιθασεύσει» ποτέ γυναίκα

Το μεγαλύτερο κύμα που έχει «τιθασεύσει» ποτέ γυναίκα κατάφερε να κατακτήσει η Αυσραλιανή σέρφερ Λάουρα Ενέβερ, καταρρίπτοντας κάθε προηγούμενο παγκόσμιο ρεκόρ Γκίνες. Ειδικότερα, η 31χρονη σέρφερ κατέρριψε το προηγούμενο ρεκόρ που είχε σημειωθεί πριν επτά χρόνια, καταφέρνοντας να «δαμάσει» ένα κύμα 13,3 μέτρων στην περιοχή Οάχου της Χαβάης. Το κατόρθωμά της επικυρώθηκε από το Παγκόσμιο Ρεκόρ Γκίνες την Πέμπτη (9/11) σε μια τελετή απονομής βραβείου που διοργανώθηκε στο Ναραμπίν του Σίδνεϊ, όπως μεταδίδει το BBC. «Συνειδητοποίησα ότι ήταν μεγάλο κύμα, όταν «απογειώθηκα» κοίταξα κάτω και τότε ήμουν σίγουρη ότι ήταν το μεγαλύτερο κύμα στο οποίο έχω «μπει» ποτέ», δήλωσε η Ενέβερ. «Ήξερα ότι ήταν το κύμα της ζωής μου». Η προσπάθειά της έχει καταγραφεί σε βίντεο, το οποίο αξιοποίησε η διοργάνωση του Παγκόσμιου Ρεκόρ Γκίνες για να επαληθεύσει το ύψος του κύματος, καθώς και λεπτομέρειες για την τοποθεσία. Πηγή: newhub.gr https://youtube.com/shorts/BEdm_hte04s?feature=share