Ούτως ή άλλως στη χώρα μας με ισχυρό το δεσμό της οικογένειας και τις άκρως συναισθηματικές μαμάδες, τα παιδιά αργούσαν κατά πολύ να αποχωριστούν το πατρικό τους σπίτι και μάλιστα, στο όχι και τόσο μακρινό παρελθόν, αυτό γινόταν όταν πια τα παιδία ξεκινούσαν την δική τους οικογένεια. Αν πάμε ακόμα πιο πίσω θα δούμε ότι ακόμα και σε αυτή την περίπτωση δεν επερχόταν η απομάκρυνση από το σπίτι για λόγους τόσο οικονομικούς όσο και χωροταξικούς. Τις τελευταίες δύο δεκαετίες, με τις αλλαγές σε οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο, όπως η αύξηση των εισακτέων στην τριτοβάθμια εκπαίδευση το σκηνικό άρχισε να αλλάζει. Τώρα στην ηλικία των 18 χρόνων, πολλές φορές αλλάζουν πόλη για να παρακολουθήσουν τη σχολή τους. Μετακομίζουν το παιδικό τους δωμάτιο, μαζί με όλα τα όνειρα που έκαναν εκεί, σε μια γκαρσονιέρα και ξεκινούν ένα νέο- και ίσως το πιο νοσταλγικό-κεφάλαιο στη ζωή τους.
Με τα χρήματα, τουλάχιστον για τα λειτουργικά έξοδα του σπιτιού, να προέρχονται από τους γονείς ζουν μια πραγματικότητα απαλλαγμένη από το άγχος της επιβίωσης. Κατά τη διάρκεια των φοιτητικών χρόνων μαθαίνει κανείς όχι μόνο το αντικείμενο των σπουδών του αλλά και τον εαυτόν του και αρχίζει να αντιλαμβάνεται σιγά σιγά τον κόσμο γύρω του. Κάνει όνειρα ή προσαρμόζει αυτά πού είχε κάνει παλιότερα. Ο χρόνος όμως περνάει εξαιρετικά γρήγορα και έρχεται η στιγμή της ορκωμοσίας ως ένα άλλο σημείο καμπής και αποφάσεων. Και τώρα αγαπημένε μου απόφοιτε τι κάνεις?
Συνήθως το πρόγραμμα περιλαμβάνει προσωρινή επιστροφή στο παιδικό σου δωμάτιο που πολλές φορές είναι εξ’ ημισείας με τα αδέρφια. Οι πρώτοι μήνες είναι γεμάτοι τσακωμούς για τους πιο ανούσιους και αστείους λόγους. Και καθώς ο καιρός περνά νιώθεις ότι όλα είναι ίδια, είσαι εσύ στο δωμάτιό σου, με την οικογένειά σου, όλα γνώριμα.. μόνο που δεν είναι ακριβώς έτσι! Γιατί εσύ δεν είσαι ο ίδιος που ήσουν 4 (στην καλύτερη περίπτωση) χρόνια πριν. Έχεις αλλάξει, έχεις γνωρίσει άλλους ανθρώπους, άλλες συνήθειες, έχεις εξελιχθεί! Έχεις ανταπεξέλθει σε νέες ευθύνες, όπως η φροντίδα του σπιτιού σου, του εαυτού σου και φυσικά και των πράξεων σου. So far so good, που λένε και οι φίλοι μας οι Άγγλοι!
Επιστρέφεις όμως «σπίτι σου», με τους γονείς να μη σε έχουν δει να εξελίσσεσαι και για εκείνους είσαι εσύ απλά 4 χρόνια αργότερα, καθώς δεν έχουν παρατηρήσει την επίδραση των χρόνων που έχουν περάσει και πολλές φορές δεν συνειδητοποιούν καν το ότι έχεις μεγαλώσει. Τους έχεις λείψει κιόλας και σε έχουν στα όπα όπα!! Εσύ από την πλευρά σου ναι μεν εκνευρίζεσαι αλλά δεν μπορείς και να αρνηθείς ότι απολαμβάνεις την περιποίηση και την έλλειψη υποχρεώσεων και το συνηθίζεις και παραδίνεσαι (και με το δίκιο σου) στο καλοφτιαγμένο μαμαδίστικο φαγητό και στο «μην αγχώνεσαι παιδί μου, εγώ είμαι εδώ» του πατέρα. Επιστρέφουν και οι υπόλοιποι της παρέας και ζείτε ένα παρατεταμένο reunion. Για να λέμε και του στραβού το δίκιο χρειάζεται κάποιος χρόνος ώστε να επιτευχθεί ομαλά η μετάβαση. Όμως τα 4 χρόνια εξέλιξης που λέγαμε επιτάσσουν το αίσθημα της ανάγκης για προσφορά και παραγωγικότητα. Έρχεται λοιπόν η αναζήτηση εργασίας! Και βρίσκεις.. εν έτη 2016! Γιούπιιι λένε όλοι και συμφωνείς και εσύ που δεν είσαι και κανένα γαϊδούρι και δε θες να επιβαρύνεις άλλο τους γονείς σου που τόσα έχουν κάνει για σένα. Φυσικά μέσα σου είσαι τρομοκρατημένος αφού έχεις αντιληφθεί τι συμβαίνει στην αγορά εργασίας. Έλα μου όμως που δεν είσαι και κανένα πριγκιπόπουλο, οπότε μαζεύεις όλες τις δυνάμεις σου- finger crossed- και πιάνεις δουλειά! Φυσικά, η δουλειά που έχεις βρει δεν έχει καμία σχέση με το αντικείμενο των σπουδών σου, αλλά σκέφτεσαι ότι από κάπου πρέπει να ξεκινήσεις, να γνωρίσεις κόσμο. Τι και αν ο κόσμος αποχαιρετά το delivery boy σχετικά γρήγορα για να απολαύσει το φαγητό του.. Το «αφεντικό» είναι καλό-δε δίνει πολλά αλλά είναι εντάξει τύπος- και οι συνάδελφοι το ίδιο. Και γυρνάς στο σπίτι κομμάτια από την κούραση και είναι εκεί η μάνα με έτοιμο ζεστό νερό και φαγητό και την εκτιμάς ακόμα περισσότερο που ακούραστα συνεχίζει και σε φροντίζει. Τώρα που το πόδια σου πονούν η συγκατοίκηση δεν είναι και τόσο κακή ιδέα και χωρίς να το καταλάβεις επαναπαύεσαι. Τα χρήματα είναι λίγα, οι γονείς μεγαλώνουν και θέλουν βοήθεια και κάπως έτσι περνά ο καιρός και συνειδητοποιείς ότι τίποτα δεν έχει αλλάξει.. Τα 4 χρόνια εξέλιξής σου έχουν χαθεί στο χρονοντούλαπο της ιστορίας σου και ζεις την ζωή των γονιών σου- που δεν έχει τίποτα κακό απλά δεν είναι η δική σου ζωή. Απλά εσύ ζεις μια γενιά μετά, απλά εσένα σου δόθηκαν απλόχερα μια πληθώρα εκπαιδευτικές ευκαιρίες και την πολυτέλεια των δυνατοτήτων του διαδικτύου. Και τι τελικά αξιοποιείς από όλα αυτά; Η καθημερινότητα σου είναι σπίτι-δουλειά-καφέ-τηλεόραση.. και σκέφτεσαι ότι απέχει πολύ από τις βλέψεις που είχες στο άκουσμα της φράσης «καλή σταδιοδρομία» και ότι σου αρέσει η ιδέα να γίνεις τοπογράφος –αλλά έχουν όλα παγώσει. Τώρα όμως που θυμήθηκες τα όνειρα σου και την εξέλιξή σου, προσπαθείς να ξαναπάρεις τη ζωή σου στα χέρια σου, να αναλάβεις πάλι εξ’ ολοκλήρου την ευθύνη του εαυτού σου. Όχι απαραίτητα για να ακολουθήσεις τα σχέδια που έκανες κάποτε αλλά για να συνεχίσεις να εξελίσσεσαι και ας δυσκολεύεσαι με τη μαγειρική –ιδίως μετά από πολλές ώρες δουλειάς-και ας μην θυμάσαι πώς να κάνεις όνειρα στην Ελλάδα του σήμερα. Κάπου εδώ όμως έρχεται ο θεσμός της ελληνικής οικογένειας και επαναστατεί (εκ στόματος μανούλας):
-«Πού θα πας παιδάκι μου; Πώς θα τα βγάζεις πέρα με τις 3,60 (ίσως και δραχμές !!) που παίρνεις; Τι θα τρως;»
Και εσένα σε βγάζει από τα ρούχα σου:
«Τι λες ρε μάνα, χαζός είμαι, δε μπορώ να φροντίσω τον εαυτόν μου;»
-«Το δικό μου παιδί χαζό; Να μη σε περιποιηθώ , παιδί μου, που δουλεύεις και κουράζεσαι; Έχω εγώ κάποιον άλλο να φροντίζω;»
-«Μα ρε μάνα, αύριο θα κάνω και εγώ παιδιά, τι θα κάνεις θα έρχεσαι να με νταντεύεις και τότε;» απαντάς σε μια απέλπιδα προσπάθεια να της δείξεις ότι δεν είσαι πιτσιρίκι πια. Έλα μου όμως που εκείνη έχει επιλεκτική ακοή..
-«Τι υπάρχει κάποιο πρόσωπο και δε μας το γνωρίζεις; Γιατί καλέ, τι είμαστε εμείς, ξένοι είμαστε;» λέει τώρα η μανούλα με κροκοδείλια κλάματα για να προσθέσει θυμωμένα «Τελοσπάντων κάνε μου εσύ εγγόνια και θα νταντεύω αυτά, να σε αφήσω στην ησυχία σου, αφού όπως λες δε με έχεις πια ανάγκη.»
«Πω ρε μάνα, αυτό είπα εγώ;» αναρωτιέσαι μεγαλόφωνα, έξαλλος με το παράλογο σενάριο στο οποίο μετατράπηκε η απόφαση σου να (ξανά) μείνεις μόνος σου. «Θέλω να ζήσω τη ζωή μου!»
Και βλέπεις τώρα την ελληνίδα μάνα να κάθεται σε slow motion στην καρέκλα και με σπασμένη φωνή να λέει «Γιατί παιδί μου , σου είπα εγώ ποτέ τι να κάνεις;»
Και εσύ σκέφτεσαι «Όχι ρε μάνα δε μου είπες τι να κάνω, μου είπες τι να μην κάνω: να μη φύγω από το σπίτι, να μη σας ξεχνάω, να μην αργήσω το βράδυ, να μη βγω χωρίς ζακέτα!» Αλλά τι να πεις και τι να καταλάβει; Και έτσι περιορίζεσαι στο «Δε με καταλαβαίνεις ρε μάνα!»
Και κάπως έτσι μεταξύ μούτρων, εγωισμών και παραλογισμών βρίσκεις ένα σπίτι και προσπαθείς να κόψεις τον ομφάλιο λώρο και να πάρεις τη ζωή σου στα χέρια σου!
Για όλους τους Έλληνες και στην προκείμενη περίπτωση που βρίσκονται κοντά στα 30 είναι δύσκολη η πορεία της ζωής. Αλλά όσο δύσκολο και αν είναι πρέπει να μην ξεχνάμε τα όνειρα που κάναμε, τα σχέδια που καταστρώσαμε και τις μάχες που δώσαμε μέχρι σήμερα. Πρέπει όλα αυτά να είναι τα εφόδιά μας για το μέλλον, ώστε να καταφέρουμε να εξελισσόμαστε διαρκώς με κινητήριο δύναμη τα όνειρά μας! Άλλωστε αν μπορούμε να το ονειρευτούμε, μπορούμε και να το επιτύχουμε! Dream big!!
Λαμπρινή Παναγοπούλου
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου