Γράφει η Σώτη Τριανταφύλλου.
Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν φαίνεται να ενδιαφέρεται για την οικονομική και πολιτική θέση της Ελλάδας. Ενδιαφέρεται για τη δημοτικότητά του στο εσωτερικό της χώρας, για μια δημοτικότητα λαϊκιστικού τύπου: δώστε στον λαό ό,τι θέλει.
Ο «λαός» θέλει, εκτός από εθνική υπερηφάνεια, ένα υπέροχο κράτος προνοίας, το οποίο όμως με τη σειρά του, απαιτεί χρήματα που δεν μπορούμε προς το παρόν να αποκτήσουμε, παρά μόνον μέσω της Ευρώπης.
Ακόμα και μια αποτυχία επικών διαστάσεων στις διαπραγματεύσεις με τους Ευρωπαίους «εταίρους» (τα εισαγωγικά είναι πλέον απαραίτητα) θα ερμηνευτεί ως νίκη του ΣΥΡΙΖΑ, υπό την ψυχολογική έννοια: η «μικρή» Ελλάς (το γνωστό σύμπλεγμα του μικρού μεγέθους: size matters) υψώνει το ανάστημά της στη «μεγάλη» Ευρώπη, ιδιαίτερα στους «Γερμαναράδες».
Το πρόβλημα του ΣΥΡΙΖΑ είναι δομικής, ιδεολογικής φύσεως: ως κόμμα πεζοδρομίου, δεν μπορεί και δεν ξέρει, να διαπραγματεύεται: φωνασκεί, απειλεί, εκδηλώνει μαξιμαλισμό, τη γνώριμη αριστερή βουλησιαρχία, το γνώριμο αριστερό κοινωνικό μίσος.
Ενώ εκτυλίσσονται «διαπραγματεύσεις» (κι εδώ τοποθετώ εισαγωγικά), η φυλλάδα «Αυγή» παρουσιάζει τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε ως Ναζί: έχει προηγηθεί φυσικά, πλήθος σχολίων που ταυτίζουν τους σημερινούς Γερμανούς με τους Ναζί – γίνεται λόγος για DNA, εκφράζεται βιολογικός ρατσισμός.
Αν λοιπόν οι Γερμανοί είναι Ναζί, εμείς είμαστε βοσκοί με τσαρούχια. Πράγμα που καθιστά τη συνεννόηση άκρως προβληματική: μιλάμε διαφορετική γλώσσα, ανήκουμε σε διαφορετικές εποχές.
Όπως έχουμε όλοι γράψει, δεν υπάρχει Έλληνας που να μην επιζητεί ευνοϊκότερους όρους και απαλλαγή από τα μέτρα που έχουν πνίξει την πραγματική οικονομία.
Αλλά, χρειάζεται διπλωματία, χρειάζονται συμβιβασμοί, χρειάζεται σεβασμός έναντι όσων βρίσκονται απέναντί μας: το ύφος του Έλληνα τσίφτη που θα στριμώξει τους κουτόφραγκους είναι εκτός από γελοίο, εντελώς αναποτελεσματικό.
Αν οι Ευρωπαίοι παρακολουθούσαν τι εκστομίζουν εναντίον τους οι περισσότεροι αριστεροί πολιτικοί (εύχομαι να τους διαφεύγουν τα χειρότερα ή να μην τα παίρνουν στα σοβαρά), η στάση τους θα ήταν ακόμα λιγότερο συμφιλιωτική.
Προς το παρόν, μολονότι επιμένουν στην πολιτική που εφάρμοσαν μέχρι τώρα (χωρίς καλά αποτελέσματα), επιδεικνύουν ανωτερότητα και αβρότητα.
Εμείς επιδεικνύουμε θράσος και αμετροέπεια, επικαλούμενοι τη «λαϊκή εντολή» που επιβεβαιώνεται καθημερινά μέσω της γενικής ευφορίας (ποδοσφαιρικού τύπου: κερδίζει η ομάδα μας, βάζουμε γκολ, οι αντίπαλοι σημειώνουν φάουλ) και των κινητοποιήσεων συμπαράστασης.
Ωστόσο, ο ΣΥΡΙΖΑ που αποθεώνεται αυτή τη στιγμή, πρέπει να επιλύσει θεμελιώδη προβλήματα: αν δεν συναντήσει τους Ευρωπαίους στη μέση του δρόμου, κι αν δεν προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις (προς το παρόν απορρίπτει τις περισσότερες από τις προτεινόμενες), θα αθετήσει όλες του τις υποσχέσεις έναντι του «λαού»: πώς θα αλλάξει το φορολογικό σύστημα ώστε να μην επιβαρύνει τους χαμηλοεισοδηματίες;
Πώς θα εξασφαλίσει πόρους για την αφθονία των μισθών του δημοσίου και των συντάξεων; Πώς θα αυξήσει τον βασικό μισθό; Πώς θα απορροφήσει τους μετανάστες;
Όλα αυτά είναι επιθυμητά αλλά πρέπει να βρεθεί τρόπος να πραγματοποιηθούν. Ποιος είναι αυτός ο τρόπος;
Δεν ξέρουμε.
Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι αλλεργικός στις ευρωπαϊκές μεταρρυθμίσεις τις οποίες θεωρεί, δικαίως, υποχωρήσεις με καπιταλιστική κατεύθυνση.
Ως αντικαπιταλιστικό κόμμα δεν μπορεί και δεν θέλει να κινηθεί σε καπιταλιστικό περιβάλλον: στην πραγματικότητα, επιζητεί αλλαγή καθεστώτος – πλην όμως, δεν έχει ούτε τη δύναμη, ούτε τη μέθοδο για να σοσιαλιστικοποιήσει την ανύπαρκτη ελληνική οικονομία.
Παραμένουμε λοιπόν σε εκκρεμότητα, στο προαύλιο της Κόλασης, ακινητοποιημένοι ανάμεσα στις σοσιαλιστικές επιθυμίες και στην πραγματικότητα: αν οι σημερινοί πολιτικοί δεν αποδεχθούν το προτεινόμενο από την Ευρώπη οικονομικό σύστημα, και αν η πλειοψηφία των Ελλήνων επιμένει στον εθνολαϊκό προσανατολισμό –εκείνον που προέβαλλε κάποτε το ΕΑΜ και ο ΕΛΑΣ και στον οποίον είμαστε νοσηρά προσκολλημένοι– πρέπει να αποσυρθούμε από την Ευρώπη και να πληρώσουμε το τίμημα αυτής της απόφασης.
Κατά τη γνώμη μου, κατά τη γνώμη πολλών, το τίμημα αυτό θα είναι η πείνα –η πείνα, όχι η φτώχεια.
Αλλά ίσως η εθνική υπερηφάνεια να είναι πολυτιμότερη: εξάλλου, αυτή επιζητεί ο «λαός».
Το πρόβλημα είναι ότι δεν μπορούμε να τα έχουμε όλα: προϋπόθεση της κοινωνικής ισοπέδωσης (ο κ. Μπαλτάς σκιαγράφησε τη «λαϊκή» παιδεία, μια μηχανή κατασκευής μετριοτήτων), του δημοσιοϋπαλληλικού ψευτοβολέματος, των κρατικοποιήσεων, της προστασίας του παραδοσιακού συνδικαλισμού είναι η ύπαρξη ρευστότητας.
Αν ο ΣΥΡΙΖΑ δεν βρει έναν θείο με βαθιές τσέπες, δεν θα επιτύχει το υπέροχο κράτος προνοίας που ονειρεύεται.
Είμαστε αγέρωχοι μέχρι να πεινάσουμε. Αλλά, όπως προανέφερα, ακόμα και την ενδεχόμενη πείνα θα την αποδώσουμε στους Ευρωπαίους και στον διεθνή καπιταλισμό: εμείς είμαστε τα αιώνια θύματα που υφιστάμεθα διαδοχικές ταπεινώσεις – και που τώρα πρέπει να εξεγερθούμε ξανά εναντίον των τυράννων.
Αυτή η μανία εξέγερσης φαίνεται το διαλεκτικό αντίθετο της δουλοφροσύνης του ραγιά: ο ΣΥΡΙΖΑ υπογραμμίζει διαρκώς το ότι εμείς οι Έλληνες είμαστε «ίσοι» με τους άλλους, άρα δεν θεωρεί την ισότητα αυτονόητη –μοιάζει να πιστεύει πως αν και μας λείπει η ισχύς, έχουμε περίσσεια σε νταηλίκι.
ο αρχικός τίτλος του άρθρου είναι "Εθνική υπερηφάνεια και υπέροχο κράτος πρόνοιας"
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου